Το Κλουβί Με τις Τρελές
Would you like to react to this message? Create an account in a few clicks or log in to continue.

The Last Days of Mankind, Karl Kraus

Go down

The Last Days of Mankind, Karl Kraus Empty The Last Days of Mankind, Karl Kraus

Post by Νικολέτα Μποντιόλη Sun 09 Jul 2017, 2:45 pm

Karl Kraus
The Last Days of Mankind
μετάφρ. Fred Bridgham, Edward Timms
σελ. 672
Yale University Press, 2016
ISBN 0300207670, ISBN13: 9780300207675


The Last Days of Mankind, Karl Kraus 25246810

Η ανάγνωση αυτού του βιβλίου ήταν φοβερή εμπειρία. Πολύ δύσκολο έργο και εξαιρετικά ενδιαφέρον. Χρειάζεται χρόνο, υπομονή και συνεχή έρευνα, διαφορετικά -παρ’ όλο που το κείμενο από μόνο του, είναι βατό και αρκούντως κατανοητό και η αγγλική μετάφρασή του είναι εξαιρετική - πολλά κινδυνεύουν να χαθούν μέσα στο πλήθος των προσώπων και των γεγονότων που εξιστορούνται.

Ο Karl Kraus (1874 – 1936) ήταν Αυστριακός συγγραφέας και δημοσιογράφος, εκδότης της εφημερίδας “Die Fackel” (Πυρσός) μέσα από την οποία καυτηρίαζε τα κακώς κείμενα της εποχής του. Στην εισαγωγή της αγγλικής μετάφρασης του έργου (σελ. xvi) αναφέρει πως το συγκεκριμένο έργο “Οι τελευταίες ημέρες της ανθρωπότητας” (Die letzten Tage der Menschheit) ξεκίνησε να γράφεται το καλοκαίρι του 1915, λίγο μετά το ξεκίνημα του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου και και δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά (μετά την άρση της λογοκρισίας) στην εφημερίδα του, σε τέσσερις συνέχειες τον Νοέμβρη του 1918 και τον Απρίλη, Ιούνη, Αύγουστο του 1919. Ως βιβλίο κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στα 1922 σε μια διευρυμένη έκδοση.

Τί είναι αυτό το έργο;

Έχει γραφτεί με τη μορφή θεατρικού, περιλαμβάνει πολλούς και διαφορετικούς χαρακτήρες, κάποιοι είναι γνωστοί και επώνυμοι, πρόσωπα ιστορικά (πολιτικοί, δημοσιογράφοι, καλλιτέχνες, στρατιωτικοί κα) κάποιοι είναι χαρακτηριστικοί τύποι ανθρώπων της εποχής του συγγραφέα, στερεοτυπικές μορφές που δίνουν τον παλμό και το στίγμα της κοινωνίας μέσα στην οποία έζησε. Μέσα στους διαλόγους που άλλοτε είναι σύντομοι και αποσπασματικοί και άλλοτε πολυσέλιδοι και χειμαρρώδεις, παρεμβάλλονται συχνά ποιήματα ακόμα και παρτιτούρες που παρωδούν τα πατριωτικά άσματα της εποχής του, ενώ στις σκηνικές οδηγίες που προηγούνται πριν από τις διάφορες σκηνές γινεται μια συντόμη αναφορά στην τοποθεσία και στα βασικά προσώπα που πρόκειται να ακολουθήσουν. Συνολικά αποτελείται από τον Πρόλογο, πέντε Πράξεις και τον Επίλογο με τίτλο “Η τελευταία νύχτα” (ο οποίος είναι εξ ολοκλήρου έμμετρος και διαφέρει από όλα τα προηγούμενα μέρη, διότι εκεί εκτυλίσσεται το πιο έντονα αποκαλυπτικό κομμάτι της υπόθεσης):

Υπάρχει μια πληθώρα σκηνών που αναπαράγουν - ως δραματικοί μονόλογοι ή ως κωμικοτραγικοί διάλογοι - την πομπώδη πρόζα των φανατισμένων πατριωτών και των προπαγανδιστών κατά τη διάρκεια του πολέμου. Πολιτικοί λόγοι, στρατιωτικές αναφορές, δημοσιεύματα εφημερίδων, διαφημιστικές καταχωρήσεις, συντεύξεις επιφανών προσώπων, αποσπάσματα από κουτσομπολίστικές στήλες, σωβινιστικά κηρύγματα και πατριωτικά άσματα - μια τεράστια ποικιλία πηγών. Αλλά πάνω από όλα, αυτή η τεχνική της καταγραφής των ντοκουμέντων, ζωντανεύει μέσα από την πιο παράφορη σατιρική φαντασία (σελ.xvii).

Ένα παράδειγμα για τον τρόπο με τον οποίο ο συγγραφέας σκηνογραφεί και σκηνοθετεί το κλίμα της εποχής του (Πρώτη Πράξη, σκηνή 1, σε έναν κεντρικό δρόμο της Βιέννης, τον Αύγουστο του 1914, λίγο μετά την επίδοση του τελεσιγράφου στην Σερβία που είχε ως αποτέλεσμα την έναρξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου):

Από την μια τα πλήθη επαινούν τους γενναίους στρατιώτες που πάνε στο μέτωπο από την άλλη δεν θέλουν τα δικά τους παιδιά να πάνε και να σκοτωθούν. Οι αξιωματικοί του στρατού
κανονίζουν τα ερωτικά τους ραντεβουδάκια και τις νυχτερινές τους εξόδους πριν φύγουν για τον πόλεμο κι αυτοί.

Η κοινωνική υποκρισία ενσαρκώνεται στο πρόσωπο της πόρνης που διαμαρτύρεται οταν ένας κλέφτης πάει να της αρπάξει την τσάντα, ο οποίος για να βγει από τη δύσκολη θέση την κατηγορεί πως δεν επευφημεί όπως οι υπόλοιποι, άρα δεν είναι πατριώτισσα. Το πλήθος της επιτίθεται για να τη λιντσάρει κι αυτή χάνεται μέσα στην πολυκοσμία για να σωθεί.

Το πλήθος αγριεύει ολοένα, νεαρές κοπέλες ζητούν από τα αγόρια που θα πάνε στο μέτωπο να επιστέψουν και να φέρουν κομμάτια από το σώμα των εχθρών και στο τέλος όλοι σε ένα ξέσπασμα εθνικισμού επιτίθενται σε οποιονδήποτε ξένο μιλάει άλλη γλώσσα εκτός από γερμανικά. Ωστόσο υπάρχει πάντα μέσα στο πλήθος κι αυτός που πιστεύει πως τέτοια κρούσματα ξενοφοβίας θα βλάψουν τον τουρισμό.

Στο τέλος το πλήθος σπρωγμένο στα όρια της παράνοιας υποψιάζεται μια κυρία που έχει μουστάκι στο πάνω χείλος πως είναι κατάσκοπος με αποτέλεσμα να την συλλάβει η αστυνομία. Και οι δημοσιογράφοι της Neue Freie Presse (δημοφιλής βιεννέζικη εφημερίδα της εποχής) παρατηρούν όλα αυτά και γράφουν στα σημειωματάριά τους:

Πρώτος δημοσιογράφος: Αυτό δεν είναι πυροτέχνημα, δεν πρόκειται για κάποια αιφνίδια μεθυσμένη έκσταση, δεν είναι μια πυρετική οχλαγωγία μαζικής υστερίας. Η Βιέννη αποδέχτηκε με αντρίκιο σθένος την απόφαση που θα καθορίσει σε πολλά επίπεδα το πεπρωμένο της. Ξέρεις πώς θα συνοψίσω την ατμόσφαιρα; Η ατμόσφαιρα μπορεί να συμπεριληφθεί σε μία φράση: Χωρίς έπαρση και χωρίς μικροψυχία. Χωρίς έπαρση και χωρίς μικροψυχία, αυτό το σλόγκαν βγαίνει από την ατμόσφαιρα που κυριαρχεί στη Βιέννη και δεν γίνεται κουραστικό, όσες φορές κι αν το επαναλάβεις. Χωρίς έπαρση και χωρίς μικροψυχία. Τί λες κι εσύ;
Δεύτερος δημοσιογράφος: Τί να πω κι εγώ; Εξαίσιο!
Πρώτος δημοσιογράφος: Χωρίς έπαρση και χωρίς μικροψυχία. Χιλιάδες, όχι, εκατοντάδες χιλιάδες ξεχύθηκαν στους δρόμους σήμερα, αγκαλιασμένοι, πλούσιοι και φτωχοί, νέοι και γέροι, μεγάλοι και μικροί. Η συμπεριφορά όλων ανεξαιρέτως δείχνει την επίγνωση της σοβαρότητας της κατάστασης, αλλά συνάμα την περηφάνεια αυτής της εποχής του μεγαλείου που κάνει το αίμα όλων να πάλλεται μέσα στις φλέβες τους.
Φωνή από το πλήθος: Σάλτα και γαμήσου ρε!

Από τις πιο εμβληματικές μορφές, ο Γκρινιάρης (το λογοτεχνικό alter ego του Kraus) παρεμβαίνει σε διάφορα σημεία του έργου, διαλεγόμενος με τον Αισιόδοξο. Μέσα από τις διαφωνίες τους αναδεικνύονται οι απόψεις που πρεσβεύει ο συγγραφέας:

“Ας ελπίσουμε σε μια πιο ανθρώπινη Ιδέα. Σε μια Ιδέα, που θα ελευθερώσει τον ευρωπαϊκό πολιτισμό από το σύμπλεγμα εξουσίας. Να ελευθερώσουμε τους εαυτούς μας και να φέρουμε μια ηθική μεταστροφή, συναισθανόμενοι την κατεύθυνση από την οποία έρχεται ο κίνδυνος”.

“Η ιδέα πως ο θεός δεν δημιούργησε τον άνθρωπο ούτε ως καταναλωτή, ούτε ως παραγωγό, αλλά απλώς ως ανθρώπινο ον. Πως τα μέσα για την συντήρησή μας δεν είναι ο σκοπός της ύπαρξής μας. Πως η κοιλιά δεν πρέπει να καταστρατηγεί το μυαλό μας. Πως ζωή δεν συνίσται μονάχα από εμπορικά συμφέροντα. Πως ο χρόνος είναι ένα δώρο για να το απολαμβάνουμε, ένας στόχος που για να τον πετύχουμε δεν χρειάζονται γρήγορα πόδια αλλά γεμάτη καρδιά”.

“Ο χριστιανισμός δεν κατάφερε να αντισταθεί στην εκδικητικότητα του Γιαχβέ. Η υπόσχεση της σωτηρίας ήταν πολύ αδύναμη για να μετριάσει την αδηφάγα λαιμαργία των ανθρώπων για τα εγκόσμια πράγματα, που αναζητούν εδώ κι εκεί μια αποζημίωση για την αιώνια ανταμοιβή. Γιατί τέτοιοι άνθρωποι δεν τρώνε για να ζήσουν, αλλά ζουνε για τρώνε και μάλιστα πεθαίνουν κιόλας γι’ αυτόν τον σκοπό. Θέλουν το μπουρδέλο και το σφαγείο μαζί με την εκκλησία ενώ στο βάθος ο πάπας νίπτει τας χείρας του”.

“Το ένστικτο της ανθρωπότητας ακόμα και στους πιο ανελεύθερους εκπροσώπους της, είναι μια άσβεστη επιθυμία να προστατεύσουν την ελευθερία του μυαλού κόντρα στην δικτατορία του χρήματος, την ανθρώπινη αξιοπρέπεια κόντρα στην απολυταρχία του εμπορίου. Ο μιλιταρισμός είναι το όργανο που επιβάλλει την δικτατορία, αντί να την αντιμάχεται, σε αντίθεση με τον φυσικό του ρόλο. Από τη στιγμή που τα όπλα εξόντωσης έγιναν βιομηχανικά προϊόντα, στράφηκαν ενάντια στην ανθρωπότητα, πλέον ο επαγγελματίας στρατιώτης δεν είναι σε θέση να γνωρίζει τα συμφέροντα τα οποία υπηρετεί”.

“Στο μεταξύ ο Γερμανός εργάζεται 24 ώρες το 24ωρο, και μέσα από τη δουλειά ικανοποιεί τις πνευματικές, διανοητικές, καλλιτεχνικές και λοιπές υποχρεώσεις τις οποίες διαφορετικά θα παραμελούσε, δεδομένου του τρόπου οργάνωσης του χρόνου του, μετατρέποντας αυτές τις υποχρεώσεις σε φανταχτερές συσκευασίες, εμπορικά σήματα και λανσαρίσματα. Τίποτα δεν πρέπει να παραληφθεί. Κι αυτή η ανάμιξη των υποθέσεων του πνεύματος με τις αναγκαιότητες της ζωής, ο καθορισμός των μέσων της ζωής ως στόχων της ζωής, λες και η απόκτηση των καταναλωτικών αγαθών να είναι ο σκοπός της και η συνακόλουθη εκμετάλλευση των υψηλότερων ανθρώπινων αξιών για την προώθηση τροφίμων, όπως εκφράζεται στο σλόγκαν “Η Τέχνη στην υπηρεσία του Εμπορίου”, όλα αυτά, αποτελούν το δυσοίωνο στοιχείο μέσα στο οποίο ευδοκιμεί το γερμανικό πνεύμα - και φθίνει. Αυτή και μόνη η καταραμένη τάση μας να φτιάχνουμε αδιάκοπα τέτοιες σχέσεις, να μεταμφιέζουμε τα πράγματα ή να τα διαστρεβλώνουμε, αυτή αποτελεί και το πρόβλημα σε αυτόν τον Παγκόσμιο Πόλεμο. Είμαστε ένα συνονθύλευμα από εμπόρους και ήρωες”.

“Αισιόδοξος: Δηλαδή δεν υπάρχει αντίφαση ανάμεσα στο εγκώμιο που πλέκεις για τον χαρακτήρα των Γερμανών και στην μομφή σου;
Γκρινιάρης: Όχι, δεν υπάρχει αντίθεση ανάμεσα στους επαίνους μου για έναν πολιτισμό που επιτρέπει την ομαλή λειτουργία της δημόσιας ζωής, αντικαθιστά τους λασπωμένους δρόμους με άσφαλτο και τρέφει τη διψασμένη φαντασία με οργανωμένα σχέδια αντί για κάποια άχρηστη θεωρία περί υπαρξιακής αυθεντικότητας, και στη μομφή μου για μια κουλτούρα που επισκιάζεται από αυτήν την ίδια ομογενοποίηση, παραγωγικότητα και τεχνογνωσία. Δεν πρόκειται για αντίφαση αλλά για ταυτολογία. Μέσα σε έναν κόσμο που σε γενικές γραμμές είναι αξιοθρήνητος νιώθω μεγαλύτερη άνεση, όταν επικρατεί τάξη και η κοινωνία είναι αρκούντως περιεσταλμένη, ώστε να μου παράσχει πανομοιότυπους κομπάρσους, των οποίων οι φυσιογνωμίες δεν απαιτούν την παραμικρή προσπάθεια απομνημόνευσης. Αλλά δεν θέλω αυτό να γίνει ο κανόνας της ανθρωπότητας. Δεν πρόκειται να βάλω την προσωπική μου βολή πάνω από την κοινή ανάγκη κάθε λαού για ευτυχία και θεωρώ λάθος το να στοιχίζεται ένας λαός στη σειρά λες κι είναι ένα τάγμα από κουλουράκια”.

“Γιατί ο Γκαίτε και ο Σοπενχάουερ θα μπορούσαν ωραιότατα να απευθύνουν όλα όσα είχαν πει ενάντια στους συμπατριώτες της εποχής τους, στους σημερινούς Γερμανούς και μάλιστα με δριμύτητα μεγαλύτερη κι από εκείνη των γαλλικών εφημερίδων. Ως ανεπιθύμητοι Γερμανοί πολίτες θα έπρεπε να θεωρούν τυχερούς τους εαυτούς τους αν κατάφερναν σήμερα να δραπετεύσουν διασχίζοντας τα σύνορα. Κατά τη διάρκεια των πολέμων της Ανεξαρτησίας ο Γκαίτε αντιμετώπισε την εκστατική κατάσταση των συμπατριωτών του με ένα αίσθημα κενού και η σημερινή γερμανική καθομιλουμένη γλώσσα των εφημερίδων θα είχε προκαλέσει τη διπλάσια αποστροφή από εκείνη που ένιωθε ο Σοπενχάουερ για τους συχρόνους του”.

Ο Kraus συχνά καυτηριάζει τη στάση της εκκλησίας απέναντι στον πόλεμο, όπως για παράδειγμα στο κήρυγμα του προτεστάντη ιερέα Falke που ακολουθεί:

“Αυτός ο πόλεμος είναι μια τιμωρία που έστειλε ο θεός στα έθνη για τις αμαρτίες τους, και εμείς ο Γερμανοί, μαζί τους συμμάχους μας, είμαστε τα όργανα της θείας ανταπόδοσης. Αναμφίβολα το βασίλειο των Ουρανών θα ενισχυθεί μέσα από τον πόλεμο αυτόν. Στο σημείο αυτό πρέπει χωρίς δεύτερη σκέψη να παραδεχτούμε πως η εντολή του Ιησού “Αγάπα τους εχθρούς σου!” αφορά μονάχα τις σχέσεις μεταξύ ατόμων και όχι αυτές των εθνών. Στις εθνικές διαμάχες δεν υπάρχει χώρος για αγάπη απέναντι στους εχθρούς. Εδώ ο κάθε στρατιώτης δεν χρειάζεται ηθικούς ενδοιασμούς. Όσο μαίνεται η μάχη η χριστιανική έννοια της αγάπης είναι παντελώς άσχετη! Δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην φωτιά της μάχης. Η εντολή της αγάπης προς τους εχθρούς δεν έχει πλέον κανένα νόημα για εμάς μέσα στα πεδία των μαχών. Εκεί ο φόνος δεν είναι αμαρτία, αλλά υπηρεσία προς την Πατρίδα, ένα χριστιανικό καθήκον και μάλιστα μια υπηρεσία προς τον θεό! Είναι υπηρεσία προς τον θεό και ιερή υποχρέωση να τιμωρήσουμε όλους τους εχθρούς μας με υπερβάλλουσα δύναμη, με σοκ και δέος, και αν χρειαστεί, να τους εκμηδενίσουμε! Έτσι λοιπόν σας επαναλαμβάνω, την ώρα που τα κανόνια αυτού του Παγκοσμίου Πολέμου βροντάνε: Η εντολή του Ιησού “αγάπα τους εχθρούς σου” δεν ισχύει πλέον! Μακριά από μας οι όποιες τύψεις συνειδήσεως! Κι αν κάποιος αναρωτηθεί γιατί πρέπει τόσοι άνθρωποι να σκοτώνονται και να μένουν ανάπηροι; Η απάντηση είναι πως αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο ο θεός σώζει τις ψυχές μας! Δείτε γύρω σας, δείτε τα θαύματα του Κυρίου και προσευχηθείτε: Κύριε, χάρισέ μας τον Παράδεισο!”.

Καθώς ο πόλεμος προχωράει η εξαθλίωση, η πείνα και οι θάνατοι των πολιτών και των στρατιωτών αυξάνονται. Κάποια στιγμή υποχρεώθηκα να σταματήσω να διαβάζω το κείμενο σε δημόσιους χώρους, γιατί ορισμένες σκηνές ήταν υπερβολικά σπαραξικάρδιες (έφτασα σε σημείο να κλαίω μέσα στο λεωφορείο, καθώς επέστρεφα στο σπίτι μου από τη δουλειά). Και αυτό είναι κάτι που σπάνια μου συμβαίνει με κάποιο βιβλίο:

Στο αστυνομικό τμήμα:
Επιθεωρητής: Αχά! Ακόμα μία συφιλιδική πουτάνα! Κι έχει και ψείρες!
Αστυνόμος: Είναι ήδη γνωστή στην πιάτσα. Την έχουν συλλάβει προηγουμένως για κλοπή και αλητεία. Την έχουν επίσης τσεκάρει για αφροδίσια νοσήματα.
Επιθεωρητής: Πόσο χρονών είσαι; Πού είναι οι δικοί σου;
17χρονη: Ο μπαμπάς είναι στρατιώτης. Η μαμά πέθανε.
Επιθεωρητής: Και πόσα χρόνια κάνεις αυτή τη ζωή;
17χρονη: Από τα 1914. (αλλαγή σκηνής).

Θα ήθελα να βάλω κι άλλα πολλά αποσπάσματα αλλά δυστυχώς μου τελειώνει ο χώρος.

Στο τελευταίο μέρος πριν τον αποκαλυπτικό και μεγαλειώδη έμμετρο επίλογο, κάνουν την εμφάνισή τους διάφορες οπτασίες ανθρώπων, πραγμάτων και πλασμάτων του ζωικού και φυτικού βασιλείου. Θα κλείσω με μια οπτασία:

“Ένας συνταγμάρχης έχει συλλάβει μια Δαλματή γυναίκα και το δωδεκάχρονο ξανθό αγοράκι της. Καθώς σέρνουν τη γυναίκα, ο συνταγματάρχης δίνει την εντολή να πυροβολήσουν το αγόρι στο κεφάλι. Στέκεται καπνίζοντας, την ώρα που οι στρατιώτες υποχρεώνουν το παιδί να γονατίσει για να λάβει χώρα η εκτέλεση.

Η μάνα:

Μέχρι η ζωή σου να τελειώσει
αυτό το θέαμα να σε στοιχειώσει
και όταν στην κόλαση κατέβεις
αυτό να είναι το μόνο που θα βλέπεις
σκλήθρες να βγουν στο μέτωπό σου
και να τρυπήσουν την καρδιά και το μυαλό σου
Να ζήσεις χρόνια, και κάθε βράδυ και αυγή
να ακούς ετούτη της μάνας την κραυγή.

(η οπτασία χάνεται)”.

Και να φανταστεί κανείς πως η ανθρωπότητα μετά από αυτόν, έκανε και δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο...

Μια φράση ακόμα, η φράση με την οποία κλείνει το έργο, με τη φωνή του θεού να λέει τα εξής λόγια:

“Τέτοιο πράγμα, Εγώ, ποτέ δεν το θέλησα...”

Νικολέτα Μποντιόλη
Νικολέτα Μποντιόλη

Posts : 159
Join date : 2016-08-29
Location : Παντού!

Back to top Go down

Back to top


 
Permissions in this forum:
You cannot reply to topics in this forum