The Chouans, Honoré de Balzac
Page 1 of 1
The Chouans, Honoré de Balzac
Honoré de Balzac
μετάφρ. Marion Ayton Crawford
The Chouans (Les Chouans)
σελ. 400
Penguin Classics 1972
ΙSBN13: 9780140442601
Αυτό το μυθιστόρημα από μόνο του δεν θα είχε και πολλά να πει, αν δεν έκρυβε πίσω του μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Προσπαθώντας να κατανοήσω καλύτερα τον συγγραφέα, βρήκα μια βιογραφία του, γραμμένη από την Nadine Satiat, η οποία κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί για να φωτίσει τη ζωή αυτού του ιδιόρρυθμου συγγραφέα. Γνώριζα ήδη (από όσα σκόρπια είχα διαβάσει εδώ κι εκεί) πως ο συγγραφέας είχε μια δύσκολη παιδική ηλικία, έμαθα ωστόσο πως και η ενήλικη ζωή του δεν υπήρξε καλύτερη. Ο Balzac δεν είχε την πολυτέλεια να ζει με μία συνέπεια, με ένα πρόγραμμα και τάξη, είναι τόσες πολλές οι μετακινήσεις και τα σκαμπανεβάσματα της ζωής του, που απορώ πώς άντεξε έστω και τόσο ο οργανισμός και ο ψυχισμός του, με όλην αυτήν την αστάθεια.
Η οικογένειά του είναι προβληματική. Οι σχέσεις με τους δικούς του, μόνο ως βάσανο μπορούν να χαρακτηριστούν. Τον αγαπούν, τον στηρίζουν, τον καταπιέζουν, τον επικρίνουν, τον αγχώνουν, τον υποβιβάζουν, αλλά μετά σπεύδουν πάλι να σταθούν στο πλευρό του, τον διώχνουν και μετά τον αποζητούν, όλα αυτά δίνουν το στίγμα μιας αφόρητης μικροαστικής μιζέριας. Οι γονείς του, με τεράστια διαφορά ηλικίας, δεν αγαπήθηκαν ποτέ. Αυτή η άρρωστη συμβίωση πέρασε και στη σχέση τους με τα παιδιά τους. Ο συγγραφέας είχε δυο αδερφές κι έναν μικρότερο αδερφό που ενδεχομένως να προέκυψε από μια εξωσυζυγική σχέση της μητέρας του. Κι ο πατέρας του, στα 80 του χρόνια (εμμονικός με τα ελιξίρια της νεότητας και την μακροζωίας) προκάλεψε ένα ενδοοικογενειακό σκάνδαλο, αφήνοντας έγκυο μια νεαρή κοπέλα. Η μικρότερη από τις αδερφές του, κακοπαντρεμένη, πέθανε από φυματίωση, αφήνοντας ορφανά τα δύο της παιδιά.
Ο ίδιος ο Balzac, στα 1820 ξεκινάει τη συγγραφική του καριέρα, συνεργαζόμενος με έναν ατζέντη, όπου αγόραζε σε χαμηλές τιμές λογοτεχνία του συρμού, κακής ποιότητας αντιγραφές συγγραφέων όπως οι Charles Maturin, Jane Austen, Sir Walter Scott κα, όπου το μυστήριο, το χοντροκομμένο χιούμορ, η περιπέτεια και το ρομάντζο, παραγεμισμένα με φλυαρίες και τραβηγμένους διαλόγους προορίζονταν για ευρεία κατανάλωση, χωρίς άλλες αξιώσεις:
"Οι συγγραφείς του Λεπουατεβέν (σσ. ο ατζέντης) αμείβονταν με το κομμάτι και αναλάμβαναν να του προμηθεύουν σωρηδόν υλικό για τρίτομα ή τετράτομα μυθιστορήματα. Τα βιβλία αυτά τυπωμένα αρχικά σε πεντακόσια ή χίλια αντίτυπα μικρού σχήματος και πολύ φθηνό χαρτί πωλούνταν από τον βιβλιοπώλη (τον εκδότη) στα "γραφεία ανάγνωσης". Αυτά ήταν δανειστικά καταστήματα, απλωμένα σε όλη τη Γαλλία, τα οποία έναντι δύο φράγκων τον μήνα δάνειζαν βιβλία στο αναγνωστικό κοινό [...] Ο Λεπουατεβέν είχε έτσι κάτω από τις διαταγές του, σαν δάσκαλος οπλισμένος με τη βέργα του, μια ντουζίνα νεαρούς τους οποίους αποκαλούσε "μικρούς κρετίνους". (Βλέπε Nadine Satiat, Μπαλζάκ ή η μανία της γραφής, σελ. 72 - 73).
Όταν λοιπόν στα 1828, ο Balzac, σε ηλικία 29 ετών, μετά από μια δεκαετία στον βούρκο της παραλογοτεχνίας (πειρατές, νεράιδες, βρικόλακες ήταν η συνήθης θεματολογία του) και μια επιχειρηματική αποτυχία με ένα τυπογραφείο όπου του άφησε ένα βουνό από χρέη, ξεκίνησε να γράφει τους Σουάνους (Les Chouans) είχε φτάσει στα όριά του. Στο σπίτι ενός οικογενειακού του φίλου στην Βρετάνη, και συγκεκριμένα στην πόλη Φουζέρ (Fougères), εμπνευσμένος από την τοπική ιστορία και παραδόσεις θα γράψει αυτό το μυθιστόρημα που είναι περιπετειώδες και ρομαντικό, φλύαρο και υπερβολικό, το οποίο όσο τα χρόνια περνούν θα το επεξεργάζεται (αλλάζει όχι μόνο το περιεχόμενο αλλά και τον τίτλο κάμποσες φορές). Ωστόσο το συγκεκριμένο έργο έχει κάτι από εκείνες τις ποιότητες που στην πορεία θα τον αναδείξουν ως μεγάλο συγγραφέα. Το γνωρίζει και ο ίδιος. Είναι το πρώτο έργο που υπογράφει με το όνομά του -χωρίς το "ντε" - σκέτο Honoré Balzac.
Οι Σουάνοι είναι φιλομοναρχικοί αντάρτες της Βρετάνης (στη Βορειοδυτική Γαλλία), υποστηρικτές των Βουρβόνων στα χρόνια της Γαλλικής Επάναστασης και του Ναπολέοντα. Οι εξεγέρσεις τους ενάντια στους δημοκρατικούς είναι ένα μείγμα παθολογικής προσκόλλησης στον φεουδαρχικό μεσαίωνα, θρησκοληψίας και οπορτουνισμού, καθώς η συνήθης πολεμική τακτική τους είναι ο κλεφτοπόλεμος, το πλιάτσικο, η ληστεία, οι εκβιασμοί ακόμα και οι εκτελέσεις και τα βασανιστήρια. Άνθρωποι βάρβαροι και απολίτιστοι πως δεν φοβούνται το αίμα, αλλά τρέμουν την κόλαση και τα φαντάσματα.
Ο Balzac περιγράφει με υποδειγματική ακρίβεια τις συναισθηματικές μεταπτώσεις της σχέσης των δύο πρωταγωνιστών, καθώς οι ρόλοι ανάμεσα στο θύμα και τον θύτη συνεχώς εναλλάσσονται, μέσα από ένα εξοντωτικό παιχνίδι όπου ο έρωτας, η σαγήνη, το πάθος περιπλέκονται με την πολιτική, την κατασκοπία, τον πόλεμο, την προδοσία και την αφοσίωση. Στο τέλος αυτή η ιστορία κατέληξε, παρά την υπερβολή της, να μου αφήσει θετικά συναισθήματα, αλλά νομίζω πως είναι από τα έργα που εύκολα μπορεί να απελπίσουν ακόμα και τον πιο αποφασισμένο αναγνώστη. Είναι στην ουσία το πέρασμα από το συγγραφικό παρελθόν, στο μέλλον εκείνο που θα αναδείξει τον Balzac ως μέγα ρεαλιστή και ψυχογράφο, ένα μεταίχμιο που αξίζει να διαβαστεί μόνο στο πλαίσιο κάποιας λογοτεχνικής έρευνας.
Εκτός κι αν κάποιος λατρεύει τις περιπέτειες με μια γερή δόση ρομάντζου, γραμμένα από την πένα μιας λογοτεχνικής ιδιοφυΐας.
μετάφρ. Marion Ayton Crawford
The Chouans (Les Chouans)
σελ. 400
Penguin Classics 1972
ΙSBN13: 9780140442601
Αυτό το μυθιστόρημα από μόνο του δεν θα είχε και πολλά να πει, αν δεν έκρυβε πίσω του μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Προσπαθώντας να κατανοήσω καλύτερα τον συγγραφέα, βρήκα μια βιογραφία του, γραμμένη από την Nadine Satiat, η οποία κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί για να φωτίσει τη ζωή αυτού του ιδιόρρυθμου συγγραφέα. Γνώριζα ήδη (από όσα σκόρπια είχα διαβάσει εδώ κι εκεί) πως ο συγγραφέας είχε μια δύσκολη παιδική ηλικία, έμαθα ωστόσο πως και η ενήλικη ζωή του δεν υπήρξε καλύτερη. Ο Balzac δεν είχε την πολυτέλεια να ζει με μία συνέπεια, με ένα πρόγραμμα και τάξη, είναι τόσες πολλές οι μετακινήσεις και τα σκαμπανεβάσματα της ζωής του, που απορώ πώς άντεξε έστω και τόσο ο οργανισμός και ο ψυχισμός του, με όλην αυτήν την αστάθεια.
Η οικογένειά του είναι προβληματική. Οι σχέσεις με τους δικούς του, μόνο ως βάσανο μπορούν να χαρακτηριστούν. Τον αγαπούν, τον στηρίζουν, τον καταπιέζουν, τον επικρίνουν, τον αγχώνουν, τον υποβιβάζουν, αλλά μετά σπεύδουν πάλι να σταθούν στο πλευρό του, τον διώχνουν και μετά τον αποζητούν, όλα αυτά δίνουν το στίγμα μιας αφόρητης μικροαστικής μιζέριας. Οι γονείς του, με τεράστια διαφορά ηλικίας, δεν αγαπήθηκαν ποτέ. Αυτή η άρρωστη συμβίωση πέρασε και στη σχέση τους με τα παιδιά τους. Ο συγγραφέας είχε δυο αδερφές κι έναν μικρότερο αδερφό που ενδεχομένως να προέκυψε από μια εξωσυζυγική σχέση της μητέρας του. Κι ο πατέρας του, στα 80 του χρόνια (εμμονικός με τα ελιξίρια της νεότητας και την μακροζωίας) προκάλεψε ένα ενδοοικογενειακό σκάνδαλο, αφήνοντας έγκυο μια νεαρή κοπέλα. Η μικρότερη από τις αδερφές του, κακοπαντρεμένη, πέθανε από φυματίωση, αφήνοντας ορφανά τα δύο της παιδιά.
Ο ίδιος ο Balzac, στα 1820 ξεκινάει τη συγγραφική του καριέρα, συνεργαζόμενος με έναν ατζέντη, όπου αγόραζε σε χαμηλές τιμές λογοτεχνία του συρμού, κακής ποιότητας αντιγραφές συγγραφέων όπως οι Charles Maturin, Jane Austen, Sir Walter Scott κα, όπου το μυστήριο, το χοντροκομμένο χιούμορ, η περιπέτεια και το ρομάντζο, παραγεμισμένα με φλυαρίες και τραβηγμένους διαλόγους προορίζονταν για ευρεία κατανάλωση, χωρίς άλλες αξιώσεις:
"Οι συγγραφείς του Λεπουατεβέν (σσ. ο ατζέντης) αμείβονταν με το κομμάτι και αναλάμβαναν να του προμηθεύουν σωρηδόν υλικό για τρίτομα ή τετράτομα μυθιστορήματα. Τα βιβλία αυτά τυπωμένα αρχικά σε πεντακόσια ή χίλια αντίτυπα μικρού σχήματος και πολύ φθηνό χαρτί πωλούνταν από τον βιβλιοπώλη (τον εκδότη) στα "γραφεία ανάγνωσης". Αυτά ήταν δανειστικά καταστήματα, απλωμένα σε όλη τη Γαλλία, τα οποία έναντι δύο φράγκων τον μήνα δάνειζαν βιβλία στο αναγνωστικό κοινό [...] Ο Λεπουατεβέν είχε έτσι κάτω από τις διαταγές του, σαν δάσκαλος οπλισμένος με τη βέργα του, μια ντουζίνα νεαρούς τους οποίους αποκαλούσε "μικρούς κρετίνους". (Βλέπε Nadine Satiat, Μπαλζάκ ή η μανία της γραφής, σελ. 72 - 73).
Όταν λοιπόν στα 1828, ο Balzac, σε ηλικία 29 ετών, μετά από μια δεκαετία στον βούρκο της παραλογοτεχνίας (πειρατές, νεράιδες, βρικόλακες ήταν η συνήθης θεματολογία του) και μια επιχειρηματική αποτυχία με ένα τυπογραφείο όπου του άφησε ένα βουνό από χρέη, ξεκίνησε να γράφει τους Σουάνους (Les Chouans) είχε φτάσει στα όριά του. Στο σπίτι ενός οικογενειακού του φίλου στην Βρετάνη, και συγκεκριμένα στην πόλη Φουζέρ (Fougères), εμπνευσμένος από την τοπική ιστορία και παραδόσεις θα γράψει αυτό το μυθιστόρημα που είναι περιπετειώδες και ρομαντικό, φλύαρο και υπερβολικό, το οποίο όσο τα χρόνια περνούν θα το επεξεργάζεται (αλλάζει όχι μόνο το περιεχόμενο αλλά και τον τίτλο κάμποσες φορές). Ωστόσο το συγκεκριμένο έργο έχει κάτι από εκείνες τις ποιότητες που στην πορεία θα τον αναδείξουν ως μεγάλο συγγραφέα. Το γνωρίζει και ο ίδιος. Είναι το πρώτο έργο που υπογράφει με το όνομά του -χωρίς το "ντε" - σκέτο Honoré Balzac.
Οι Σουάνοι είναι φιλομοναρχικοί αντάρτες της Βρετάνης (στη Βορειοδυτική Γαλλία), υποστηρικτές των Βουρβόνων στα χρόνια της Γαλλικής Επάναστασης και του Ναπολέοντα. Οι εξεγέρσεις τους ενάντια στους δημοκρατικούς είναι ένα μείγμα παθολογικής προσκόλλησης στον φεουδαρχικό μεσαίωνα, θρησκοληψίας και οπορτουνισμού, καθώς η συνήθης πολεμική τακτική τους είναι ο κλεφτοπόλεμος, το πλιάτσικο, η ληστεία, οι εκβιασμοί ακόμα και οι εκτελέσεις και τα βασανιστήρια. Άνθρωποι βάρβαροι και απολίτιστοι πως δεν φοβούνται το αίμα, αλλά τρέμουν την κόλαση και τα φαντάσματα.
Ο Balzac περιγράφει με υποδειγματική ακρίβεια τις συναισθηματικές μεταπτώσεις της σχέσης των δύο πρωταγωνιστών, καθώς οι ρόλοι ανάμεσα στο θύμα και τον θύτη συνεχώς εναλλάσσονται, μέσα από ένα εξοντωτικό παιχνίδι όπου ο έρωτας, η σαγήνη, το πάθος περιπλέκονται με την πολιτική, την κατασκοπία, τον πόλεμο, την προδοσία και την αφοσίωση. Στο τέλος αυτή η ιστορία κατέληξε, παρά την υπερβολή της, να μου αφήσει θετικά συναισθήματα, αλλά νομίζω πως είναι από τα έργα που εύκολα μπορεί να απελπίσουν ακόμα και τον πιο αποφασισμένο αναγνώστη. Είναι στην ουσία το πέρασμα από το συγγραφικό παρελθόν, στο μέλλον εκείνο που θα αναδείξει τον Balzac ως μέγα ρεαλιστή και ψυχογράφο, ένα μεταίχμιο που αξίζει να διαβαστεί μόνο στο πλαίσιο κάποιας λογοτεχνικής έρευνας.
Εκτός κι αν κάποιος λατρεύει τις περιπέτειες με μια γερή δόση ρομάντζου, γραμμένα από την πένα μιας λογοτεχνικής ιδιοφυΐας.
Νικολέτα Μποντιόλη- Posts : 159
Join date : 2016-08-29
Location : Παντού!
Similar topics
» A Second Home, Honoré de Balzac
» Gobseck, Honoré de Balzac
» Adieu, Honoré de Balzac
» Study of a Woman, Honoré de Balzac
» Domestic Peace, Honoré de Balzac
» Gobseck, Honoré de Balzac
» Adieu, Honoré de Balzac
» Study of a Woman, Honoré de Balzac
» Domestic Peace, Honoré de Balzac
Page 1 of 1
Permissions in this forum:
You cannot reply to topics in this forum